Το φαινόμενο «Μπαρτσελόνα» ίσως για κάποιους να μην είναι τόσο δύσκολο να αναλυθεί, ειδικά για εκείνους που θεωρούν πως το μάτι τους «κόβει» και ξέρουν από μπάλα. Στο πέρασμα του χρόνου όμως –και μέσα σε σχετικά μικρό διάστημα- έχει γιγαντωθεί σε τέτοιο βαθμό που ξεπερνά κατά πολύ τα όρια του ποδοσφαίρου και «αναγκάζει» ακόμη και ανθρώπους, ίσως, άσχετους με το χώρο να ασχοληθούν με αυτό.
Γράφει ο Νικόλας Ακτύπης
Πιθανότατα σε αυτήν την κατηγορία να ανήκουν ο Αντρές Χάτουμ (καθηγητής σε πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες) και η Λουτσιάνα Σιλβέστρι (υποψήφια διδάκτωρ του Χάρβαρντ), περίληψη έρευνας των οποίων δημοσιεύει το Harvard Business Review.
Οι συγκεκριμένοι καταλήγουν στο συμπέρασμα πως εκείνο το στοιχείο που κάνει την ειδοποιό διαφορά και προσδίδει στους Καταλανούς την αίσθηση της μοναδικότητας είναι η «ταυτότητα». Το ότι είναι δηλαδή διαχειριστές ενός μεγαλείου που δεν οριοθετείται και δεν περιορίζεται από τα τρόπαια, τους μεγάλους παίκτες ή τους προπονητές που έχουν περάσει από αυτήν.
Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν τους «μπλαουγκράνα» μόδα. Είναι λογικό να συμβαίνει αυτό, αφού μιλάμε για την πιο επιτυχημένη –βάσει τίτλων- ομάδα του κόσμου αυτήν την περίοδο. Στην ίδια βάση, κάτι αντίστοιχο συνέβαινε το ’50 με τη Ρεάλ Μαδρίτης, το ’70 με τον Άγιαξ ή την Μπάγερν και είκοσι χρόνια αργότερα με τη Μίλαν.
Σύμφωνα με τους εν λόγω αναλυτές, η Μπαρτσελόνα διαφέρει από τους άλλους μεγάλους του αθλήματος διότι πρόσθεσε ένα μαγικό συστατικό στην όχι και τόσο μυστική συνταγή. Για τις υπόλοιπες πραγματικά σπουδαίες ομάδες είναι η ιστορία, η κουλτούρα, οι αξίες και τα πιστεύω τους (υπαρκτά ή προϊόν μάρκετινγκ) που δίνουν την (ψευδ)αίσθηση μοναδικότητας. Ακόμη και στην Ελλάδα τέτοιες απόπειρες έχουν επιχειρηθεί. «Μάγκικα και πειραιώτικα» είναι το μοτο που συνοδεύει ορισμένες επιτυχίες του Ολυμπιακού. «ΠΑΟ θα πει μαχητική ψυχή» μας ενημερώνουν εσχάτως οι φίλοι του Παναθηναϊκού, ενώ οι «Ενωσίτες» υπενθυμίζουν σε κάθε ευκαιρία πως «Είναι διαφορετικό να είσαι ΑΕΚ».
Ο σύλλογος της Βαρκελώνης προχωρά ένα βήμα παραπέρα. Όλα τα παραπάνω κοπιάρουν το αναγνωρίσιμο σε όλον τον πλανήτη πια «mes que un club» που εφηύραν και πάνω στο οποίο επένδυσαν οι Καταλανοί, με μια διαρκή διαδικασία αυτοπροσδιορισμού και διαφοροποίησης από τους υπόλοιπους, χωρίς κατ’ ανάγκη να περιγράφει την πραγματικότητα. Αρκεί που το πιστεύουμε «εμείς» για «εμάς» και οι υπόλοιποι το αποδέχονται
Το στοιχείο της «ταυτότητας» είναι το μόνο που απαντά σε ερωτήματα του τύπου «ποιοι είμαστε» και «τι κάνουμε», τα οποία, όπως προκύπτει από τη μελέτη, έρχονται σαν ψυχολογικό βάλσαμο στις καρδιές των οπαδών, αλλά ο ρόλος τους δεν εξαντλείται εκεί. Η «ταυτότητα» σε αυτήν την περίπτωση δεν είναι κάτι θολό και ασαφές, αλλά μια μεταβλητή με κυρίαρχο ρόλο στα μαθηματικά των επιτυχιών.
Κάπου εδώ τελειώνει και το θεωρητικό υπόβαθρο και περνάμε στο θεμέλιο λίθο που στηρίζει το οικοδόμημα του συλλόγου, τη ζηλευτή «Masia»…
Σε αυτό το… θερμοκήπιο δεκάδες παιδιά, ηλικίας από 12 έως 18 ετών, καθημερινά υποβάλλονται σε μια διαδικασία ωρίμανσης και παράλληλα ενσωμάτωσης και αφομοίωσης στο «εμείς», όπως… εμείς το αντιλαμβανόμαστε. Αυτό επιχειρείται με ένα πλάνο που στηρίζεται σε τέσσερις άξονες και ισάριθμες λειτουργίες της Ακαδημίας.
Είναι θεματοφύλακας των αξιών του συλλόγου
Τα λόγια του Άλμπερτ Καπέγιας, ο οποίος για χρόνια κατείχε σημαντικό πόστο στις Ακαδημίες της ομάδας, περιγράφουν με τον καλύτερο τρόπο τον παραπάνω τίτλο. «Αρχικά, οφείλουμε να νικάμε παίζοντας καθαρά, κάνοντας λιγότερα φάουλ από τον αντίπαλό μας. Δεύτερον, πρέπει να νικάμε παίζοντας ελκυστικό και επιθετικό ποδόσφαιρο. Τρίτον, πρέπει απλά να νικάμε. Αλλά θα ήταν προτιμότερο να μην νικάμε, αν δεν μπορούμε να το κάνουμε χωρίς να τηρήσουμε αυτά τα ιδεώδη»…
Είναι μέσο που προάγει τα στοιχεία μοναδικότητας της ομάδας
Σχετικά με αυτόν τον παράγοντα, η μελέτη στέκεται κυρίως στο γεγονός ότι οι κυνηγοί ταλέντων της Μπαρτσελόνα συχνά ενεργούν διόλου στερεοτυπικά και πολλές φορές οι επιλογές τους διαφέρουν από εκείνες συναδέλφων τους. Αυτό σχετίζεται άμεσα με το στυλ παιχνιδιού της ομάδας και το ποιοι μπορούν να το υπηρετήσουν. Όλα όσα έγιναν από το 1979, όταν η «Masia» άνοιξε τις πύλες της, μέχρι σήμερα, στηρίχθηκαν πάνω στην ιδέα ενός κοφτού, γρήγορου ποδοσφαίρου που να προάγει τη συνεργασία, να είναι δύσκολο να αναχαιτιστεί και στο οποίο η δύναμη και τα φυσικά σωματικά χαρακτηριστικά περνούν σε δεύτερη μοίρα. Σας θυμίζει κάτι όλο αυτό; Το λένε «τίκι-τάκα» και με παραλλαγές, ήταν η βάση της απολύτου κυριαρχίας Μπαρτσελόνα και εθνικής Ισπανίας την τελευταία δεκαετία… Μάλιστα, ως το απόλυτο παράδειγμα αυτής της αντίληψης παρατίθεται εκείνο του Μέσι, με τη σημείωση ότι ίσως κάποια άλλη ομάδα να μην είχε ασχοληθεί με ένα παιδί με μη φυσιολογική ανάπτυξη, όπως ήταν ο Αργεντινός. Η δυνατότητά του, όμως, να σκέφτεται διαφορετικά –σχεδόν αντιφατικά- μέσα στο γήπεδο, αξιολογήθηκε ως πολύ σημαντικότερη.
Είναι ο ιστός που συνδέει και τους μη μυημένους
Ακριβώς εξαιτίας του συγκεκριμένου στυλ, όπου η πάσα έχει μεγαλύτερη σημασία από το σουτ, κάθε ποδοσφαιριστής οφείλει να γνωρίζει τη θέση του συμπαίκτη του ή να κάνει κίνηση στο χώρο και να «ενημερώσει» για τη δική του προκειμένου να δεχτεί την μπάλα. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, το ατομικό ταλέντο πρέπει –όχι να υποταχθεί, αλλά να ενσωματωθεί και σε τελική ανάλυση να υπηρετήσει το σύστημα της ομάδας. Ακόμη και οι μεταγραφές πραγματοποιούνται έχοντας αυτό κατά νου. Ο Ιμπραΐμοβιτς ήταν μια παταγώδης αποτυχία, όχι γιατί δεν είναι καλός παίκτης (μόνο ένας τρελός θα το ισχυριζόταν αυτό), αλλά διότι η νοοτροπία του διέφερε κατά πολύ του μοντέλου. Αντίθετα, ένας άλλος προβληματικός χαρακτήρας, ο Λουΐς Σουάρες «θυσίασε» ένα μέρος του εγώ του αλλά σίγουρα –όπως παραδέχτηκε πρόσφατα και ο ίδιος- μόνο κέρδισε από αυτό.
Είναι πυξίδα προσανατολισμού για το μέλλον
Όπως κάθε οργανισμός που δραστηριοποιείται σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, μια ποδοσφαιρική ομάδα κινδυνεύει να πέσει στην παγίδα που στήνουν οι βραχυπρόθεσμοι στόχοι. Το να νικάς κάθε βδομάδα και να κατακτάς τίτλους κάθε σεζόν. Σε αυτό το σημείο οι ερευνητές αναφέρονται στο γεγονός ότι τα παιδιά της «Masia» μπορούν να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και ταυτόχρονα ποδοσφαιριστές με την ικανότητα να διαχειριστούν την πίεση, πολύ αποτελεσματικότερα από άλλους. Και αυτό, διότι στα χρόνια που περνούν στις Ακαδημίες, αυτή απλά δεν υπάρχει. Ο Ζόρντι Μέστρε, μέλος της διοίκησης και υπεύθυνος για τους μικρούς, περιγράφει πόσο δύσκολο είναι να πείσεις παιδιά, αλλά και τους προπονητές τους ότι το αποτέλεσμα σε αυτές τις ηλικίες δεν έχει την παραμικρή σημασία, μέχρι να φτάσει η στιγμή να παίζουν σε τέτοιο επίπεδο που σχεδόν θα έχει εξαλειφθεί το ενδεχόμενο να αγωνίζονται (σωστά και με τα ιδεώδη της «ταυτότητάς» τους) και να μην νικούν… Επιστήμη…
Προς ενίσχυση όλων των παραπάνω, παρατίθεται κι ένα επιπλέον στοιχείο που ίσως ελάχιστοι γνωρίζουν. Η καθημερινή ποδοσφαιρική προπόνηση δεν ξεπερνά τα 90 λεπτά και το μεγαλύτερο μέρος της αφορά τον έλεγχο της μπάλας και την αφομοίωση της τακτικής. Όλη η υπόλοιπη διαδικασία εμπεριέχει διδασκαλία ιστορίας και τρόπων συμπεριφοράς στα όρια του προσκοπισμού και μια σειρά εκδηλώσεων και δράσεων που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την καταλανική «ταυτότητα» του συλλόγου. Ενός οργανισμού που βρίσκεται σε ευθεία σύνδεση με την τοπική κοινωνία και τους ήρωές της, γνωρίζοντας πως αύριο-μεθαύριο πολλοί από αυτούς θα είναι οι ποδοσφαιριστές που φορούν τη φανέλα με το έμβλημα που όποιος το αντικρίζει αυτόματα σκέφτεται «mes que un club» ή απλά Μπαρτσελόνα…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.